Για ποια βουνά μιλάμε;
από τη φιλοξενούμενη του (μωβ αλμανάκ) σκηνοθέτιδα και συγγραφέα Ευγενία Τζιρτζιλάκη
Με την ευκαιρία του ενός χρόνου (μωβ αλμανάκ) ξεκινάει ένα πρότζεκτ φιλοξενίας κειμένων από γυναίκες συγγραφείς που μοιραζόμαστε τους ίδιους προβληματισμούς πάνω στην ποπ κουλτούρα και τα έμφυλα ζητήματα.
Πρώτη καλεσμένη η σκηνοθέτης και συγγραφέας Ευγενία Τζιρτζιλάκη.
Πριν μερικά χρόνια κάναμε ένα γκάλοπ κάποιοι φίλοι μεταξύ μας, η έμπνευση για το οποίο προέκυψε όταν μια από μας άρχισε να ρωτάει: Τι ζωή θα έκανες αν δεν έκανες τη ζωή που κάνεις τώρα; Τι θα ήθελες να είχες γίνει; Οι γυναίκες της παρέας ξετύλιξαν μια γκάμα πιθανοτήτων, είχαμε από φιλόλογους που ήθελαν να είχαν γίνει αρχιτέκτονες μέχρι βιοχημικούς ή δικηγόρους που θα ήθελαν να είναι συγγράφεις, οδηγοί, χορεύτριες. Αν μη τι άλλο υπήρχε ποικιλία ― καμία γυναίκα δεν έδωσε ίδια απάντηση με τη διπλανή. Πολλοί από τους άντρες, πάλι, δεν έδωσαν μόνο αναπάντεχες απαντήσεις αλλά και ταυτόσημες. Ανάμεσα στους μηχανικούς, τους αρχαιολόγους, τους γραφίστες κ.ά. της παρέας, πολλοί δήλωσαν ότι θα ήθελα να είναι βοσκοί. Ναι, βοσκοί. Τι είναι αυτό που κάνει έναν άντρα (ή πολλούς) να θέλει ζήσει εντελώς έξω από αυτό που λέμε πόλη;
Η δουλειά του βοσκού απαιτεί να είσαι πολλές ώρες μόνος ― ούτε καν δίπλα στα ζώα όπως θα ήταν π.χ. ένας κτηνίατρος αφού αυτά θα πρέπει να κινηθούν, να τρέξουν και να φάνε. Η δουλειά απαιτεί ακόμη να κινείσαι μακριά από κατοικημένες περιοχές, ίσως ακόμα και σε μέρη χωρίς ύδρευση ή ηλεκτρισμό. Το να είσαι βοσκός σημαίνει επίσης να ξυπνάς αχάραγα, και να δουλεύεις πολλές ώρες εκτεθειμένος στα στοιχεία, στον ήλιο, την υγρασία ― όλα αυτά σκεφτόντουσαν οι φίλοι μας;
Το Μάρτιο του 1967, ο Foucault έδωσε μια διάλεξη με τίτλο «περί αλλοτινών χώρων», ως καλεσμένος ομιλητής μιας αρχιτεκτονικής λέσχης. Η έννοια της ετεροτοπίας, που εισήγαγε ο Φουκώ σε αυτή τη διάλεξη, αποδείχθηκε ιδιαίτερα γόνιμη στη θεωρητική συζήτηση για τον χώρο. Οι ετεροτοπίες, τόποι του «έτερου», του διαφορετικού, του μη κανονικού, είναι οι τόπου όπου οι κοινωνικές σχέσεις διαφοροποιούνται από τις κυρίαρχες. Οι χώροι αυτοί λειτουργούν ως χώροι ετερότητας παράλληλα με τους υπάρχοντες τόπους. Τα παραδείγματα που φέρνει ο Φουκώ είναι οι κλινικές ή τα νεκροταφεία, ένα πλοίο, ένας κήπος ή ένα πανηγυρι: εκεί όπου οι κανόνες αλλάζουν κι ο χρόνος παίρνει άλλη διάσταση. Πολλά μπορεί να δει και να διαβάσει κανείς πάνω σ’ αυτή την ιδέα, και πολλές εξαιρετικές εκδόσεις είναι διαθέσιμες. Κάποιοι σχετίζουν με τις ετεροτοπίες την επιθυμία της ρωγμής, της ρήξης με την πραγματικότητα, κάποτε ακόμα και με την απόπειρα προσέγγισης μιας ουτοπίας (οι ετεροτοπίες είναι «ένα είδος ουτοπιών που έχουν γίνει πράξη» λέει ο Φουκώ). Μας βοηθάει όμως η έννοια της ετεροτοπίας να καταλάβουμε τι είχαν στο νου τους οι άντρες που θα ήθελαν να είναι βοσκοί;
Ψάχνοντας τι σημαίνει βοσκός σήμερα στο ελληνικό συγκείμενο, διαβάζω ένα άρθρο του Δημήτρη Σταθόπουλου στο Travel.gr (31/12021). Ο δημοσιογράφος παραθέτει συνέντευξη του κ. Μιχάλη (δεν μας λέει επώνυμο, μάς τον δείχνει όμως σε φωτογραφίες), ο οποίος μετά από 35 χρόνια ως κάτοικος Αθηνών, αποφάσισε να εγκαταλείψει την πόλη και να γίνει βοσκός. Ο δημοσιογράφος παραθέτει τα λόγια του: «Το καλοκαίρι, μέχρι και τα τέλη Οκτωβρίου περίπου, τα έχω [τα πρόβατα] πάνω στο Χελμό. Στα 2000 μέτρα υψόμετρο. Εκεί ζουν ελεύθερα, όπως πρέπει να είναι τα ζώα», για να συμπληρώσει μετά από μία μικρή παύση: «Και εμείς οι άνθρωποι». Ο κ. Μιχάλης, μας εξηγεί ο δημοσιογράφος, μένει μόνος με μοναδική του παρέα το ραδιόφωνο, το οποίο έχει μονίμως συντονισμένο σε αθλητικές εκπομπές. «Εδώ κοντά δεν έχει καφενείο, δεν έχει τίποτα», λέει ο κ. Μιχάλης. «Κάνω τις δουλειές με τα ζώα και μετά κάθομαι σπίτι και ακούω αθλητικά. Παίζουμε Σάββατο. Να δούμε τι θα γίνει».
Τι γίνεται εδώ; Ο άνθρωπος αυτός ζει μακριά από την πόλη, με το νου όμως προσηλωμένο στα γεγονότα της πόλης; Δουλεύει και μετά ακούει αθλητικά, λέει. Όλον τον ελεύθερό του χρόνο δηλαδή τον αφιερώνει σε μια νέα ετεροτοπία, στον χώρο ενός σταδίου με τους παίκτες, τους οπαδούς, τα φώτα και τον διαιτητή του. Ανοίγει μεν μια ρωγμή από τον οικείο του κόσμο στο Γκύζη όπου μεγάλωσε, για να βρεθεί αλλού, κι εκεί κάνει μια νέα ρωγμή ώστε να βρεθεί πάλι αλλού εκ νέου. Η πράξη του αποκαλύπτει μια ετερο-υπόσταση : θέλει πάντα να είναι κάπου αλλού απ’ όπου βρίσκεται, ψυχή ή και σώματι. Είναι όμως αυτό κάτι το έμφυλο; Έχει σχέση με το ότι ο κ. Μιχάλης είναι άντρας; Δεν θα μπορούσε να είναι μια γυναίκα ή ένα non-binary άτομο στη θέση του; Πόσοι άνθρωποι καθημερινά δεν ζουν σε μεγάλο βαθμό μέσα στη φαντασία τους, ανεξαρτήτως φύλου, και πόσοι δεν τρέφονται από τα όνειρα και τις φαντασιώσεις τους σε βαθμό που να περιγράφεται εύστοχα με εκείνη την μισοχιουμοριστική ατακούλα των 80ς «Καλά, εσύ είσαι στον κόσμο σου»; Πολλοί. Όμως αισθάνομαι ότι υπάρχει εδώ και μια έμφυλη διάσταση που δεν κοιτάει κανείς, ούτε ο Φουκώ.
Ενώ το πλήθος των wanna-be βοσκών εκείνης της παρέας έχουν μείνει μέσα μου σαν ανοιχτό αίνιγμα, έπεσα προχθές σε μια είδηση που αμέσως αισθάνθηκα ως σχετική. Ένα από τα τρεντ των ημερών, που απαντάται σε βάση πολύ μεγαλύτερη απ’ αυτήν του μικρού μας γκάλοπ, και που κάνει αυτές τις μέρες πάταγο στο TikTok έχει να κάνει με την ερώτηση «Πόσο συχνά σκέφτεσαι την Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία;». Σύμφωνα με το τρεντ, που ξεκίνησε κατά το CBS Νews στη Σουηδία από τη χρήστρια Saska Cort, οι γυναίκες στις οποίες τίθεται η ερώτηση είναι μάλλον αδιάφορες σ' αυτήν. Οι άντρες όμως το αντίθετο. Μπαίνοντας στη δημοφιλή εφαρμογή βλέπει κανείς γυναίκες κάθε ηλικίας, εθνικότητας, χρώματος, θρησκείας και καταγωγής να ακολουθούν το τρεντ : Ρωτήστε έναν άντρα στη ζωή σας πόσο συχνά σκέφτεται τη Ρωμαϊκή αυτοκρατορία. Και εκπλαγείτε.
«Δεν τη σκέφτομαι πολύ», απαντάει κάποιος στην κοπέλα του. «Πόσο δηλαδή; Πόσο συχνά; Μια φορά το χρόνο ή το μήνα;» ξαναρωτάει το κορίτσι. «Τρεις - τέσσερις φορές την εβδομάδα...» έρχεται η απάντηση. Αλλεπάλληλες παρόμοιες απαντήσεις, από λευκούς και μη, νέους και μεγαλύτερους άντρες που όταν η σύντροφός τους θέτει την ερώτηση απαντάνε από «Αρκετές φορές τη μέρα», μέχρι «τουλάχιστον τρεις φορές το μήνα». Μέσα στις πρώτες 24 ώρες της εμφάνισής του, το hashtag #romanempire απέκτησε 6 εκατομμύρια views. Γιατί;
Ο Αμερικανός δημοσιογράφος Carson Daly στην εκπομπή Today All Day των NBC News ομολογεί ότι κι ο ίδιος σκέφτεται καθημερινά τη ρωμαϊκή αυτοκρατορία και επιχειρεί να εξηγήσει το γιατί δίπλα στις έκπληκτες συνάδελφους του.
«Οι άντρες έχουν ανάγκη από καθοδήγηση και αυτοβελτίωση», λέει. Αυτό που τον έλκει στην περίοδο αυτή είναι η στωική φιλοσοφία, η διατροφή που θυμίζει τη δίαιτα keto, τα ρούχα που μοιάζουν με την τεχνική κεντήματος whole-punching, οι μονομάχοι, ο Μάρκος Αυρήλιος. Η Ρωμαϊκή αυτοκρατορία είναι «μέρος του ψυχισμού του νέου άντρα» λέει ο δημοσιογράφος και συμπληρώνει στη λίστα των ρωμαϊκών δέλεαρ τις πρακτικές ευζωίας όπως τα cold-plunch (εμβύθιση σε παγωμένο νερό για αρκετή ώρα). «Μα αυτό είναι άσχετο με τη Ρωμαϊκή αυτοκρατορία», λέει μια γυναίκα. «Δεν είχαν καν πάγο οι Ρωμαίοι», συμπληρώνει ένας άλλος παρουσιαστής.
Το χασταγκ #romanempire έχει πια πάνω από 1,3 δισεκατομμύρια προβολές, έχει όμως όντως σχέση με την χιλιετή Αυτοκρατορία; Φαντάζονται όλοι αυτοί οι άνθρωποι τους υπηρέτες και τους σκλάβους που έκαναν τα γρανάζια της να γυρίζουν; Έχουν στον νου τους τη βαρβαρότητα και τη διαφθορά της εξουσίας, τη βία και τη φτήνια τη ζωής ή την χυδαιότητα των vomitorium; Όπως και στην περίπτωση των επίδοξων βοσκών, αυτό που καταλαβαίνω είναι ότι οι άντρες τείνουν να σκέφτονται τις ετεροτοπίες τους μέσα από το πρίσμα του σημερινού τους προνομίου. Αυτό δεν ισχύει για τις γυναίκες, επειδή ακόμα και οι λευκές, ευκατάστατες, cis και ετεροκανονικές ανάμεσά τους, βρίσκονται πάντα στη δεύτερη θέση στο δίπολο αφέντη σκλάβου: είτε όσον αφορά την πρόσβαση σε θέσεις εξουσίας ή τα δικαιώματα τους στο δημόσιο χώρο (ακόμα και στο δικαίωμα να παρκάρουν ανενόχλητες), είτε στο περιβάλλον της δουλειάς, ως προς τις σχέσεις ιεραρχίας αλλά και τη μισθολογική κλίμακα, στην οικιακή σφαίρα και τη διαρκή απαίτηση για έξτρα εργατοώρες φροντίδας και συναισθηματικού κάματου, κ.ο.κ. Καμία γυναίκα δεν φαντάζεται μια ζωή έξω από την υλικότητα (κρύο, πείνα, κακουχία) γιατί αυτές είναι που είναι συνήθως αναγκασμένες να τη διαχειριστούν καθημερινά (να μαγειρέψουν, να ψωνίσουν τα ρούχα όλων ή τις κουρτίνες). Όταν δυο εργαζόμενοι γυρίζουν σπίτι τους από μια κοπιαστική μέρα, δεν είναι ο άντρας αυτός που θα βάλει ένα τσάι και για τους δύο, τουλάχιστον όχι κατά κανόνα. Οι γυναίκες είναι εμποτισμένες με τη λάντζα της ζωής, τη βλέπουν, τη ζουν και είναι πολύ δύσκολο να την ξεφορτωθούν, δυσκολότερο ακόμα για όσες έχουν βρεθεί και σε ρόλο αναπαραγωγέα, έχοντας υπό την ευθύνη τους την επιβίωση ανθρώπινων ζωών.
Όταν μιλάμε για θεσιακότητα ―ποιός μιλάει και από ποια θέση;― δεν εννοούμε μόνο το “συμφέρον", ή τα πιθανά κίνητρα του ανθρώπου που μιλάει. Κυρίως, στρέφουμε την προσοχή μας στο πώς έχει διαμορφωθεί ο τρόπος που κατανοεί και αλληλεπιδρά κανείς με τον κόσμο, με άλλα λόγια το πώς προέκυψαν η φιλοσοφία, οι προσωπικές πεποιθήσεις, η κατεύθυνση της περιέργειάς του, που θα καθοδηγήσει τις διερευνήσεις και τα ερωτήματά του και άρα το είδος της γνώσης που θα συλλέξει. Και βέβαια η θεσιακότητα δεν προκύπτει μόνο από το φύλο αλλά από τη συνάντησή του με την τάξη, τη φυλή, τη σεξουαλικότητα κλπ ― θεωρώ όμως το φύλο την πιο κυρίαρχη διάσταση, αφού η έμφυλη καταπίεση και βία διατρέχει κάθε τάξη, κάθε οικονομική επιφάνεια και κάθε μορφωτικό επίπεδο.
Τις μέρες που έγραφα αυτό το άρθρο, ανακοινώθηκε μια ομιλία στο Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών από τον καθηγητή κλασικών σπουδών Prof. Jason König με θέμα τα βουνά, μέσα από την αρχαία ελληνική σκέψη και τα ταξιδιωτικά γραπτά του 19ου αι. (The Folds of Olympus, 16/10/23). Θεώρησα ότι ίσως χυθεί κάποιο φως στο περί βοσκών ερώτημά μου και πήγα. Η ομιλία, εξαιρετική ομολογουμένως, ξεδίπλωσε την ιστορία του πώς έβλεπαν οι άνθρωποι κάποια από τα εμβληματικότερα ελληνικά βουνά (Όλυμπο, Παρνασσό, Υμηττό, Λύκαιον, Ελικώνα, Κιθαιρώνα), από τον Όμηρο έως και τους περιηγητές του 19ου αι. Η ομιλία του αποκάλυψε τα βουνά ως τόπο υλικό αλλά και φαντασιακό, σημείο που συναντιούνται οι ιστορικοί χρόνοι (το παρόν με το παρελθόν) και οι σημασίες ― πολιτισμικές (κληρονομιά των βουνών αλλά και τα βουνά ως κάτι που “κατακτιέται", ένα πεδίο επιτέλεσης της νεωτερικότητας), περιβαλλοντικές (με πρόσφατο σημείο αιχμής τις ανεμογεννήτριες), κοινωνικές (εκεί που κρύβονται οι λήσταρχοι και καταφεύγουν οι ασκητές), θρησκευτικές (ως τόποι θυσιαστηρίων και ναών), οικονομικές (ως περιοχές βόσκησης και άντλησης ξύλου, κάρβουνου, πέτρας κ.ά.)― κυρίως όμως ως τόπο που συναντιούνται... οι άντρες. Καθ’ όλη τη διάλεξη δεν υπήρχε αναφορά σε καμία γυναίκα. Ο καθηγητής παρέθεσε πολλές διαφορετικές πηγές, όλες γραμμένες από άντρες. Στα αποσπάσματα που επιλέχθηκαν δεν υπήρξε επίσης καμία αναφορά σε γυναίκες, ούτε και σχολιάστηκε κάπως από τον καθηγητή αυτή η απόλυτη έλλειψη. Άντρες που μιλούν για άνδρες που μιλούν για άντρες, αυτό είναι τα βουνά, θα πίστευε ένας εξωγήινος αν έστηνε αυτί. Πώς βρέθηκαν εκεί όλοι αυτοί οι άντρες; Ποιος τους γεννούσε;
Η ιστορία των βουνών, όπως κι η ιστορία της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, είναι σε σαρωτικό βαθμό ιστορίες εμφυλοκαθαρισμένες: αποστειρωμένες από γυναίκες που η κληρονομιά τους έχει πλήρως αδρανοποιηθεί μέσω της αορατοποίησης. Κάτι που αφορά και τη νεότερη ιστορία φυσικά, όπως μαρτυρούν για παράδειγμα οι ελάχιστες μελέτες για τις γυναίκες που βγήκαν στο βουνό με το αντάρτικο. Ίσως αυτή να είναι η ετεροτοπία που νοσταλγούσαν οι φίλοι μου σ’ εκείνο το γκάλοπ ή τα δισεκατομμύρια των χρηστών που απάντησαν στην ερώτηση του TikTok: Η ουτοπία ενός κόσμου χωρίς γυναίκες, όπου κανείς δεν θα σου λέει να κατεβάσεις το καπάκι της τουαλέτας ή να μην γεμίζεις ψίχουλα το σαλόνι. Ένας εξωαστικός κόσμος χωρίς σαλόνι ή ένα σαλόνι με σκλάβους για το σκούπισμα, ένας από τους οποίους βεβαίως δεν είσαι εσύ.
Το πιο σημαντικό εδώ πάντως θεωρώ ότι δεν έχει έμφυλο πρόσημο: Αυτοί που ονειρεύονται αποθαυμάζοντας τη ρωμαϊκή αυτοκρατορία δεν σκέφτονται παρά τη σύγχρονη προπαγάνδα περί αυτής: τα στοιχεία και τις πληροφορίες που κάποιοι επέλεξαν και που μέσω συγκεκριμένων μηχανισμών ιεραρχίας και δύναμης κυριάρχησαν στην ιστορική καταγραφή. Ποιος σκέφτεται μια τόσο μακρινή εποχή με πραγματικούς όρους; Ίσως κάποιοι ειδικοί, ίσως και κανείς. Οι περισσότεροι άνθρωποι γατζώνουν την απόγνωση τους απέναντι στο παρόν πάνω σε σκόρπιες πληροφορίες του μακρινού παρελθόντος οι οποίες στην πραγματικότητα αποτελούν μια ιστορία ακρωτηριασμένη από την ανδροκεντρική-καπιταλιστική-ιεραρχική αντίληψη του κόσμου που επικρατεί στο μεγαλύτερο όγκο της διαθέσιμης ιστοριογραφίας. Παρακολουθώ σήμερα μια διάλεξη για τα βουνά στην αρχαιότητα και τα γραπτά των περιηγητών του 19ου αι. σημαίνει παρακολουθώ μια αφήγηση που ακολούθησε τα ερωτήματα που θέτει ο ομιλητής της. Ανάμεσα στα οποία, π.χ., δεν ήταν η γνώση των βοτάνων και η κληρονομιά των βουνών ως τόπος θεραπείας, όπως και ανάμεσα στις πηγές του δεν υπήρχαν παραδοσιακά άσματα ή δημοτικά τραγούδια, όπου μπορεί να συναντήσει κανείς ιστορίες με γυναίκες και αναφορές σε σκηνές που τις συμπεριλαμβάνουν. (Τα παραδείγματα προέκυψαν από ερωτήσεις που έθεσαν στον ομιλητή γυναίκες από το κοινό). Παρομοίως, σκέφτομαι τη ρωμαϊκή αυτοκρατορία σήμερα, σημαίνει σκέφτομαι ό,τι διέδωσε γι’ αυτήν στην ποπ κουλτούρα κάποιος που γαλουχήθηκε από τα ίδια στερεότυπα με μένα. Στην πραγματικότητα πρόκειται για το φτηνό εμπόριο μικρών παιδιών που πουλάνε τις ζωγραφισμένες τους πετρούλες το ένα στο άλλο: Οι πέτρες μπορεί να είναι αρχαίες, οι ζωγραφιές πάνω τους όμως είναι αυτό που κοιτάμε κι είναι φτιαγμένες από τους σύγχρονούς μας. Η ίδια η αρχαία εποχή δεν είναι εκεί. Αυτό που είναι εκεί είναι ό,τι σου είπε για αυτήν αυτός που σου μιλάει. Και εδώ ξαναγυρίζουμε στο ερώτημα που βρίσκεται στη ρίζα κάθε πιθανής προόδου της ανθρώπινης κοινωνίας: Ποιος είναι αυτός που σου μιλάει; Οι φωνές που φτάνουν ως εσένα έρχονται από μια ευρεία γκάμα θεσιακότητας ή είναι όλες από ανθρώπους που μοιάζουν μεταξύ τους; Τι κάνεις για να διευρύνεις την προέλευση των φωνών που σε αγγίζουν και επηρεάζουν το πώς ζεις κι ακόμα και το πώς ονειρεύεσαι;
Στα παράλια μιλούν οι άνθρωποι για το τώρα, παρατήρησε ο καθηγητής König, αλλά μόλις ανέβουν στο βουνό μιλάνε για την Ιστορία. Ποια Ιστορία; Εστιασμένη σε ποιανού την εμπειρία και γραμμένη από ποιόν; Και τελικά, για ποια βουνά μιλάμε;