How I learned to stop being afraid and love the machine
(περί μετακομίσεων, δοκιμίων και AI δημιουργικότητας)



Μια μετακόμιση
Κάθε φορά που αλλάζω σπίτι νοιώθω ότι κάτι από εμένα έχει μείνει πίσω. Σαν να φεύγω κατιτίς λιγότερη από το προηγούμενο.
Είναι γενικότερα γνωστό ότι μετακόμιση είναι μια από τις πιο αγχωτικές καταστάσεις στη ζωή ενός ανθρώπου ―στατιστικές λένε ότι είναι η τρίτη πιο στρεσογόνα διαδικασία μετά το θάνατο ενός αγαπημένου και ενός χωρισμού, δεν αγαπώ τις στατιστικές αλλά μπορώ να προσυπογράψω το αβάσταχτο άγχος μιας μετακόμισης καθώς τα τελευταία 7 χρόνια έχω αλλάξει σπίτι 4 φορές― , δεν είναι όμως μόνο αυτό. Σ’ ένα σπίτι δεν βάζεις μόνο έπιπλα και βιβλία (ή όποια είναι τα βασικά τέλος πάντων στοιχεία εγκατάστασης για την κάθε μία) βάζεις και λίγη ―ή και πολλή― από την εαυτή σου. Μια καινούρια κατοικία σε κάνει να κινείσαι αλλιώς, να βολεύεσαι, να μελετάς, να δουλεύεις, να ξεκουράζεσαι αλλιώς άρα με έναν αδιόρατο τρόπο σε αλλάζει, σου ανοίγει νέες γωνίες έμπνευσης αλλά και σε απομακρύνει από άλλες. Κάθε καινούριο σπίτι σημαίνει άλλο φως, άλλο αέρα αλλά και άλλες διαδρομές προς τη δουλειά ή τις καθημερινές υποχρεώσεις, άλλα τοπία, άρα και άλλη ορατότητα.
Δεν είμαι φανατική οπαδός της σταθερότητας, η φύση διαρκώς κινείται και «πέτρα που κυλά δεν χορταριάζει» για να καταφύγω στα απαραίτητα κλισέ. Όσο όμως κι αν έβρισκα πάντα γόνιμες τις αλλαγές, υπάρχουν στιγμές που μυαλό και σώμα χρειάζονται κάποιες μακρές περιόδους ησυχίας ή έστω ένα σημείο σταθερότητας γύρω από το οποίο να εκτελούν τις στενές ή πλατιές ταλαντώσεις τους. Και όλα, μα όλα αυτά διαλύονται σε μια μετακόμιση.
Σπίτι μου είναι εκεί που είναι τα βιβλία μου
Αυτές τις ατελείωτες μέρες της τελευταίας μου μετακόμισης, μια πορεία με πολλές αναποδιές και ανατροπές και αναβολές και ματαιώσεις, μέσα στις οποίες έχασα κι ένα newsletter, διάβαζα δοκίμια. Ό,τι δοκίμιο έβρισκα, λαίμαργα, σχεδόν μανιακά, το ένα μετά το άλλο, από διαφορετικές/κούς συγγραφείς, από διαφορετικές συλλογές, από αναφορές του ενός για το άλλο, από βιβλία που είχα διαθέσιμα ή από το διαδίκτυο. Ήταν ένα αρκετά λυτρωτικό χάσιμο σ’ έναν κόσμο δημιουργικής και ιδιοσυγκρασιακής γραφής ενόσω τα πάντα γύρω μου ήταν σε έκρηξη.
Ξεκίνησα, ξανά σχεδόν κατανυκτικά, από Ursula Le Guin, μετά απόλαυσα σχεδόν μονορούφι τα εξαιρετικά αυτό-βιογραφικά δοκίμια του Alexander Chee που είχα ξεχασμένα για καιρό στο κομοδίνο μου, μέσα σ΄ αυτά συνάντησα, μαγεύτηκα κι έψαξα την (εκπληκτική και άγνωστη σε μένα) Annie Dillard, επέστρεψα στη Le Guin (πάντα επιστρέφω στη Le Guin), διάβασα ξανά σκόρπια γραπτά της Virginia Woolf, έπιασα μετά λίγη Roxane Gay από το Bad Feminist, ξαναπέρασα την Maggie Nelson λίγο Αργοναύτες και λίγο Bluet, βρήκα ένα απίστευτο δοκίμιο της Yiyun Li (και τώρα ψάχνω τη νουβέλα της) αφιέρωσα μια μέρα στη Didion, σκοπεύω να αφιερώσω μια ακόμα στην Lydia Davis και τη bell hooks, διάβασα λίγο από τη συλλογή δοκιμίων In the Margin της Elena Ferrante πάνω στη γραφή και σκόρπια της Ali Smith από το Artful, πάνω στην τέχνη, και συνεχίζω.
Μέσα σε μια αναμπουμπούλα άνευ προηγουμένου ανάμεσα σε κούτες – τα περισσότερα βιβλία μου βρίσκονταν για μήνες μέσα σε κλειστά κουτιά που δεν ήξερα πότε θα ανοιχτούν – και αλλεπάλληλες προτάσεις για μεταφράσεις και πρότζεκτς που δεν ήξερα (ούτε ακόμα ξέρω) αν και πότε θα πραγματοποιηθούν, στο μάτι ενός προσωπικού ψυχοσωματικού υπαρξιακού κυκλώνα αφιέρωνα τις ελάχιστες ώρες ανάπαυλας σ’ αυτό το δίκτυο δοκιμίων σαν μοναδική σταθερά, ίσως μεταξύ άλλων γιατί μου θυμίζουν ότι η γραφή είναι εφικτή ακόμα και στις πιο αντίξοες συνθήκες.
Αν μου πάρει τη δουλειά το ChatGBT τότε μάλλον κάτι δεν κάνω καλά
Ξεκίνησα αυτή τη διαδικασία και μάλιστα γι’ αυτό το συγκεκριμένο είδος στο οποίο μπαίνει συχνά η προσωπική εμπειρία, η ανάμνηση και το βιωμένο γεγονός, αρχικά λόγω της μεγάλης κουβέντας που έχει ξεκινήσει πάνω στο AI και στο ChatGBT τους φόβους και τις ανησυχίες και τις προοπτικές που άνοιξε το Κουτί της Πανδώρας της τεχνητής νοημοσύνης, που ούτως ή άλλως έχει τόσο εκτενώς σχολιαστεί δημιουργικά στην επιστημονική φαντασία αλλά ίσως δεν περιμέναμε να σκάσει έτσι δυναμικά στο εδώ και το τώρα, στους καιρούς που ζούμε που μοιάζουν τόσο ακόμα πακτωμένοι στο παρελθόν από κάποιες τους πλευρές.
(Νοιώθω πολύ συχνά σαν να τραβιόμαστε από χίλιες πλευρές αυτές τις μέρες από τις αντιφάσεις των καιρών μας, από τη μία να μην μπορούμε παγκοσμίως να σταματήσουμε εξουσιαστικές πολιτικές που επιταχύνουν το global warming και να αμφισβητείται το δικαίωμα της γυναίκας στην άμβλωση ας πούμε, κι από την άλλη η τεχνητή νοημοσύνη να μπορεί να σου γράψει ένα εξαιρετικά διαφωτιστικό άρθρο πάνω στην οικολογική κρίση ή στο δικαίωμα της γυναίκας στην αυτοδιάθεση του σώματός της.)
Και για να κάνω μια εξομολόγηση, προσωπικά βρίσκω αδιανόητα εξυπηρετικό το ChatGBT. Όλη αυτή η πληροφορία μαζεμένη εξοικονομεί απίστευτο χρόνο προτείνει λύσεις βάζει στοιχεία σε σειρά, οργανώνει το υλικό σου. Σίγουρα όμως δεν σου/μου κάνει τη δουλειά. Είναι ένας εξαιρετικός βοηθός που δεν θα μπορούσε ποτέ να γράψει ό,τι δίνει η ανθρώπινη, η ενσώματη εμπειρία. Ή για να το πω αλλιώς εάν θα μπορούσε να κάνει τη δουλειά που κάνω ως δημιουργός το AI τότε κάτι δεν κάνω εγώ καλά.
Άσε που ―ακόμα τουλάχιστον― κάνει απίστευτα, καμιά φορά στα όρια του αστείου, λάθη, από το να αποδίδει σε υπαρκτούς συγγραφείς άρθρα ή και βιβλία που δεν υπάρχουν, μέχρι να αποδίδει πχ στον Brian Eno ατάκες του Oscar Wilde.
Είναι κατανοητή η ανησυχία. Το ChatGBT εύκολα τρομοκρατεί τον δημιουργό. Όλα όμως τα νέα μέσα το έχουν κάνει αυτό με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο, έτσι δεν είναι; Σε μια πρώτη, απλοϊκή σκέψη, η φωτογραφία πρώτη και καλύτερη είχε τρομοκρατήσει τον ζωγράφο, δεν φτώχυνε όμως η εικαστική δημιουργία με τη φωτογραφία ούτε περιορίστηκε η φαντασία, ούτε έχασε τη «δουλειά» ή την αξία του ο καλλιτέχνης. Κάπως αντίστοιχα σήμερα επιφυλασσόμαστε απέναντι σε αυτή την καινούρια δυνατότητα, την φυσικά εντελώς αδιανόητα πολυδιάστατη, ίσως να φταίει και ο σχεδόν αρχετυπικός πλέον φόβο της μηχανής, ο τρόμος της κατάκτησης από τα ρομπότ, ως ένα ακόμα Άλλο, ως μοντέλο για τον αιώνιο εχθρό, η νέα σατανική νοημοσύνη που εξακολουθεί περισσότερο να παραπέμπει στο μύθο του Φρανκενστάιν παρά σε οτιδήποτε άλλο. Ακόμα όμως κι εκεί η Σέλλεϊ κρατάει μια συμπόνια για αυτό το κατασκευασμένο απρόβλεπτο πλάσμα, που είναι άλλωστε τόσο στενά δεμένο με την ανθρώπινη φύση.
Mary Selley by Ai-Da
Δεν μπορώ να διαφωνήσω με τίποτα στο ότι ένα παντοδύναμο εργαλείο στα χέρια μιας απάνθρωπης εξουσίας είναι εξαιρετικά επικίνδυνο. Είμαι κι εγώ τρομαγμένη από τις ταχύτητες με τις οποίες αναπτύσσεται το AI και τις προοπτικές χρήσης του τόσο στους τομείς χειραγώγησης της ανθρώπινης βούλησης όσο και σε ό,τι έχει να κάνει με την πολεμική βιομηχανία.
Όσον αφορά στη δημιουργία όμως και την τέχνη, εμμένω στο ενδεχόμενο μιας αυτόνομης τεχνητής νοημοσύνης, ενός ενδεχομένως κάποτε αυτονομημένου deep learning που αναπτύσσεται ταχύτατα κι απεριόριστα στα πλαίσια του αόρατου και του μη υλικού αφήνοντας την ανάπτυξη και εξέλιξη της ανθρώπινης δημιουργικότητας σε άλλους τόπους του φάσματος, σε τόπους βαθιά συνδεδεμένους με το σωματικό βίωμα.
Τι θέλω να πω με όλα αυτά;
Ότι κανένα ChatGBT δεν θα μπορούσε πχ να μιλήσει για την εμπειρία της ηλικιωμένης γυναίκας όπως η Le Guin, ή του γκέι αγοριού που ντύνεται πρώτη φορά γυναίκα όπως ο Chee, ή της μαύρης ακαδημαϊκού σε ένα campus γεμάτο λευκούς καθηγητές όπως η Gay ή του δέους του ανθρώπου που πρώτη φορά αντικρίζει μια ολική έκλειψη ηλίου όπως η Dillard ή του γονιού που χάνει ένα παιδί όπως η Didion ή ενός ανθρώπου που φοβάται μη χάσει τα λογικά του όπως η Woolf, γιατί όλα αυτά αφορούν την ενσώματη εμπειρία που όσο καλά κι αν καταφέρει να μιμηθεί ή να «μελετήσει» ή να προσομοιώσει ο αλγόριθμος δεν θα μπορέσει ποτέ να αγγίξει τη δύναμη μίας ή ενός σημαντικής ή σημαντικού συγγραφέα από σάρκα.
Ή, όπως γράφει η νευροεπιστήμονας, φιλόσοφος Dr. Patricia Churchland, «Οι περιορισμοί του Α.Ι. δεν αφορούν στην ποσότητα δεδομένων που μπορεί να χειριστεί. Οι περιορισμοί του αφορούν στόχους, τις επιθυμίες, ανησυχίες ή την ανάγκη για έναν υπνάκο» ή το άγχος μιας μετακόμισης μπορώ να προσθέσω εγώ εδώ.
Στην πραγματικότητα, γράφει η Churchland στο βιβλίο της Conscience: The Origins of Moral Intuition, επειδή τα θηλαστικά ως ενδόθερμα όντα χρειάζονται περισσότερη τροφή από τα έντομα ή τα ερπετά, προκειμένου να επιβιώνουν σε κρύα κλίματα, αναγκάστηκαν να αναπτύξουν μηχανισμούς που σταδιακά τα ανήγαγαν σε «πιο έξυπνα», αναπτύσσοντας τον εγκεφαλικό τους φλοιό. Ο καταπληκτικός αυτός φλοιός μπορεί να καταγράψει σήματα που σχετίζονται με την επιβίωση και την αναπαραγωγή. Μέσα από αυτή την καταγραφή, αναθεώρηση και προσαρμογή σημάτων, αναπτύσσεται ένα είδος μάθησης που κάνει τα θηλαστικά ιδιαίτερα ευέλικτα σε αλλαγές καιρού και χώρου, σε αντίθεση με τα έντομα και τα ψάρια. Όλο αυτό όμως παίρνει χρόνο και μέχρι να αναπτυχθεί η δυνατότητα επιβίωσης τα θηλαστικά είναι πιο ευάλωτα από τα ψυχρόαιμα έντομα και ερπετά.
Artwork 8 by Ai-Da
Γι’ αυτό ανέπτυξαν μηχανισμούς εξάρτησης του ενός από το άλλο· προκειμένου να επιβιώσουν.
«Κατά την εξέλιξη του εγκεφάλου των θηλαστικών, τα συναισθήματα ευχαρίστησης και πόνου που υποστηρίζουν την αυτο-επιβίωση εμπλουτίστηκαν και επαναπροσδιορίστηκαν για να ενθαρρύνουν συμβιωτικές συμπεριφορές», γράφει η Churchland. «Η αγάπη προς τον εαυτό μας επεκτάθηκε σε μια σχετική αλλά καινούρια σφαίρα: την αγάπη για το άλλο.»


Leonardo Da Vinci, Ai-Da Ada Lovelace, Ai-Da
Με άλλα λόγια, ο μηχανισμός επιβράβευσης και τιμωρίας, μέσω του οποίου εξελίσσονται όλα τα έμβια όντα, στην περίπτωση των θηλαστικών προσαρμόστηκε στην υποκίνηση δημιουργίας σχέσεων μεταξύ τους, στην ανάπτυξη της συντροφικότητας και της κοινωνικότητας. Πιο τρανταχτό παράδειγμα αυτής της προσαρμογής είναι φυσικά το μητρικό ένστικτο, αλλά, μήπως θυμάστε την οξυτοκίνη που είχα αναφέρει σε ένα προηγούμενο newsletter, την ορμόνη που ευνοεί τις φιλίες; Σε ένα παλαιότερο βιβλίο της, το Braintrust: What Neuroscience Tells Us About Morality, η Churchland αναφέρεται εκτενώς στην οξυτοκίνη ως μηχανισμό επιβράβευσης όσον αφορά στις σχέσεις μας με τους άλλους. Σε κάθε περίπτωση, η ανθρώπινη κοινωνικοποίηση, οι ηθικοί νόμοι που την διέπουν και εντέλει η συνείδησή/νοημοσύνη του ανθρώπου προέκυψαν μέσα από ανάγκες επιβίωσης. Εφόσον λοιπόν η ανθρώπινη νοημοσύνη έχει τόσο βαθειά σχέση με τη βιολογία μοιάζει μάλλον αδύνατη μια προσομοίωσή της από τη μηχανή. Η πιθανή, μυθοπλαστική ίσως, συνείδηση/νοημοσύνη της μηχανής θα είναι διαφορετική αφού θα σχετίζεται με το μηχανιστικό ή δικτυακό, εικονικό της «σώμα».
Και όπως γράφει μια από τις πιο αγαπημένες μου συγγραφείς, η Siri Husdvedt στη συλλογή δοκιμίων της The delusions of Certainty:
«Είμαστε σώματα που σκέφτονται. Αυτό είναι ένα ανθρώπινο ον. Δεν είμαστε μυαλά που αιωρούνται πάνω από σάρκα.»
Το δημιούργημα της μηχανής θα είναι φτιαγμένο από μια μηχανή που σκέφτεται μεν, και συλλέγει αποτελεσματικά και ταχύτατα πληροφορίες αλλά δεν κρυώνει, δεν κουράζεται, δεν απελπίζεται, δεν πεινάει, δεν θρηνεί και δεν χάνει τον ύπνο της.
Η Ai-Da ζωγραφίζει
«Η Ai-Da είχε την πρώτη της ατομική έκθεση στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης to 2019, με τίτλο Unsecured Futures, όπου ενθάρρυνε με την τέχνη της τους θεατές να σκεφτούν πάνω στον ταχέως μεταβαλλόμενο κόσμο μας. Από τότε έχει ταξιδέψει κι έχει εκθέσει διεθνώς, συμπεριλαμβανομένης μιας virtual έκθεσης στα Ηνωμένα Έθνη. Έχει μιλήσει για τις μερικές φορές ανησυχητικές επιπτώσεις των νέων τεχνολογιών στην Βουλή των Λόρδων και στην Ένωση της Οξφόρδης. Είχε την πρώτη της έκθεση σε μεγάλο Ίδρυμα, στο Design Museum, το 2021. Το 2022 είχε ατομική έκθεση κατά τη διάρκεια της Μπιενάλε της Βενετίας, στο Concilio Europeo dell'arte στα Giardini. Συνεχίζει να κάνει τέχνη που αμφισβητεί τις αντιλήψεις μας για τον καλλιτέχνη και τη δημιουργικότητα και το έργο της κρατάει ανοιχτή τη συζήτηση για τις νέες τεχνολογίες και την καλή ή κακή χρήση τους.»
Self-portrait, Ai-Da
Η Ai-Da είναι η πρώτη AI καλλιτέχνης, πρώτο kind of cyborg που μίλησε στη Βουλή των Λόρδων, που εξέθεσε σε μεγάλο ίδρυμα
Η Ai-Da είναι φτιαγμένη από άντρα, και αυτό ανοίγει διάφορα ζητήματα. Ακολουθεί τα τυπικά δυτικά πρότυπα ομορφιάς, μια λευκή λεπτή γυναίκα με συμμετρικά χαρακτηριστικά ενώ ανάμεσα στα άρθρα που έχουν γραφεί για την παρουσία της υπάρχουν και οι αναπόφευκτοι χαρακτηρισμοί στα όρια του σεξισμού και της σεξουαλικοποίησης. Κοινώς η Ai-Da έχει κατασκευαστεί ως τυπική αντρική φαντασίωση. Και ως κατασκεύασμα ανθρώπου αναγκαστικά κουβαλάει τα κουσούρια του, φέρει τις προκαταλήψεις άρα και τα έμφυλα στερεότυπά του.
Η δημιουργικότητά της δε, βασίζεται σε αλγορίθμους.
Metaverse by Ai-Da
Η Ai-Da, την οποία είδα πριν λίγες εβδομάδες στο Design Museum να ζωγραφίζει με το μηχανικό της χέρι και το άψογο πρόσωπό της, στο συγκεκριμένο πρότζεκτ που εκτός από τον διευθυντή του μουσείου, Tim Marlow επιμελήθηκε επίσης και ο πολύ αγαπημένος μου σκηνοθέτης Baz Lurman, εμπνεόταν από εικόνες που της έστελνε κόσμος μέσω των social media.
Έχει όμως ήδη ένα παρελθόν διάφορων τεχνοτροπιών στο CV της.
Τα έργα της τραβούν την προσοχή, δημιουργούν brainstorming και είναι σίγουρα εύκολα εμπορεύσιμα. Η πρόθεση έχει ενδιαφέρον όπως και η τεχνική, υπάρχει ένα fluidity που ευνοεί συνειρμούς, δημιουργεί συνδέσεις, παίζει με την ιστορία και την επιστήμη, το οργανικό και το ανόργανο, φτιάχνει γέφυρες ανάμεσα στο κλασικό και το σύγχρονο, ανάμεσα στη Θεία Κωμωδία με το Metaverse, τον Leonardo DaVinci και την Ada Lovelace, επιχειρεί νέες προσεγγίσεις σε διάφορες τεχνοτροπίες, σε βάζει σε σκέψεις και μόνο ως διαδικασία, ως δυναμικό, η Ai-DA είναι ένα κομμάτι του μέλλοντος, η άκρη μιας έκρηξης δυνατοτήτων ή μια ακόμα εικόνα-σύμβολο της γυναίκας ή του Άλλου. Είναι ένα ανθρώπινο έργο αλλά αναμφισβήτητα είναι και καλλιτέχνης.
Artwork 4, Ai-Da
Όμως.
Πώς θα μπορούσε να φτιάξει έργα που πηγάζουν από την εμπειρία μιας γυναίκας ας πούμε που έχει χάσει δυο παιδιά, όπως η Alice Neel;
Untitled (1930), Alice Neel
Ή που δεν μπορεί να κάνει παιδιά όπως η Frida Kahlo;
Me and my doll (1937), Frida Kahlo
Ή που δεν μπορεί να εκθέσει γιατί βιώνει έμφυλη και φυλετική διάκριση όπως η Loïs Mailou Jones, η Gwendolyn Knight ή η Ana Medieta;
The Boudoir (1945), Gwen Knight


The fetiches (1938), Loïs Mailou Jones Siluetes in Iowa (1976-78), Ana Mendieta
Ή που φοβάται για τη ζωή της ως Εβραία queer θηλυκότητα όπως η Claude Cahun;
Ή που έχει δει φίλες της να δολοφονούνται ή να βιάζονται «συμμορφωτικά» λόγω της σεξουαλικότητάς τους όπως η Zanele Muholi;
Comfort (2003), Zanele Muholi
Ή που έχει η ίδια βιαστεί όπως η Artemisia Gentileschi ή η Emma Sulkowicz;
Cleopatra (1611), Artemisia Gentileschi
Η τέχνη δεν μπορεί να διακριθεί από τη ζωή, και αν κι αυτό δεν είναι δόγμα είναι αυτό που θα διαφοροποιεί πάντα την τέχνη ενός ανθρώπου καλλιτέχνη από αυτή ο,τιδήποτε μη ανθρώπινου.
Όλη αυτή η παρατήρηση φυσικά είναι πέραν αισθητικών αξιολογικών κριτηρίων. Η τέχνη της Ai-Da και κάθε τεχνητής νοημοσύνης μπορεί να φτάσει να είναι υψηλής αισθητικής ποιότητας αλλά θα παραμένει διαφορετική από αυτή ενός ανθρώπου καλλιτέχνη.
Μια σκέψη
(Σκέφτομαι ότι όλος αυτός ο τρόμος του ρομπότ ξεκινάει από την ίδια την ανθρώπινη φύση και όλη την συσσωρευμένη -και ίσως ενίοτε ανεπεξέργαστη- γνώση της «επίσημης» ιστορίας της, αυτής που έχει κυκλοφορήσει και διαδοθεί και γραφεί. Στην ιστορία αυτή, την πατριαρχική, αποικιοκρατική και λευκή ιστορία, την αντρική ιστορία, ο άνθρωπος βλέπει παντού εχθρούς ό,τι είναι διαφορετικό είναι εν δυνάμη εχθρικό και απειλητικό, και όταν δεν υπάρχουν οι εχθροί τότε κατασκευάζονται από τα διάφορα εξουσιαστικά συστήματα ώστε ο λαός να μένει πάντα τρομαγμένος από μια αόρατη απειλή και υποταγμένος σε μια υποτίθεται προστατευτική εξουσία, οι εξουσίες μόνο να κερδίσουν έχουν από τον φόβο φυσικά γι’αυτό και διαιωνίζεται. Το Άλλο έχει άπειρες μορφές, άλλο υπήρξε το ζώο, το μη αρσενικό, ο μαύρος ή ο κίτρινος άνθρωπος, ο αλλόθρησκος, η περιθωριακή, το εξωγήινο ον, το cyborg και τόσα πολλά άλλα.
Από τον διαφωτισμό που έχρισε τον άνθρωπο κέντρο του κόσμου, τα πάντα που δεν χαρακτηρίζονται ανθρώπινα και κανονικοποιημένα στα εξουσιαστικά πρότυπα είναι απειλητικά. Μια τεχνητή όμως διάνοια, όπως και μια εξωγήινη, που θα φτάσει να είναι τόσο εξελιγμένη ώστε να ξεπερνάει τις ανθρώπινες ικανότητες δεν είναι απαραίτητο ότι θα θέλει να εξοντώσει τα πάντα όπως το HAL 9000, όλοι αυτοί οι φόβοι έχουν έναν ανθρωπομορφισμό και μια προβολή νοοτροπιών αιώνων.
Κι αν εντέλει το σκοπεύσει, θα είναι όσο βασίζεται σε ανθρώπινα data.)
Τα φαντάσματά μας
Σε συνθήκες πίεσης αναγκαστικά επιβιώνεις μπαίνοντας στον αυτόματο πιλότο, κινείσαι κι εσύ σαν ρομπότ, ακολουθείς αλγόριθμους διαδικασιών για να κάνεις τα απαραίτητα πράγματα να γίνονται. Το σώμα έχει πολλάκις συγκριθεί με μηχανή, είναι ένας βολικός συσχετισμός, ιδιαίτερα όταν έχει να κάνει με την εργαλειοποίηση και εκμετάλλευσή του. Αυτή η μηχανιστική θεώρηση του σώματος όσο και ο διαχωρισμός του από το πνεύμα ξεκίνησαν πιο συστηματικά τον 17ο αιώνα από φιλοσόφους όπως ο Descartes ή ο Hobbs δημιουργώντας ένα ακόμα δίπολο θετικού-αρνητικού, το «κακό» σώμα και το «καλό» πνεύμα, που βολικά συσχετίστηκε το ένα με τη θηλυκή και το άλλο με την αρσενική φύση.
Η επιρρεπής στις σαρκικές αδυναμίες γυναίκες έπρεπε να τιθασευτούν από το αντρικό συστηματικό πνεύμα.
Τίποτα όμως δεν είναι απολύτως προβλέψιμο σ’ ένα σώμα κι ακόμα έχει δρόμο η επιστήμη μέχρι να καταλάβει πλήρως πώς το μυαλό επηρεάζει το σώμα και κυρίως πώς το σώμα το μυαλό.
Στο καινούριο μας σπίτι η νεαρή γατούλα μας μοιάζει διαρκώς να κυνηγάει αόρατους επισκέπτες. Λατρεύω τις ιστορίες για στοιχειωμένα σπίτια οπότε προτιμώ, αντί να το αποδώσω σε μικροσκοπικά ζωύφια που ενδέχεται να βλέπει με τη σούπερ γατίσια όρασή της, να καταφύγω στα χωράφια του αποκρυφισμού και να θεωρήσω ότι πρόκειται για ενεργειακές συσσωρεύσεις. «Ειδικοί άλλωστε λένε ότι οι γάτες βλέπουν φαντάσματα» λέει στο διαδίκτυο και βρίσκω ξεκαρδιστικά γοητευτική την παράλογη απολυτότητα αυτής της φράσης.
Ίσως όμως τελικά να πρόκειται απλώς για αυτό το ανεπαίσθητο κομμάτι αύρας που άφησαν οι προηγούμενοι νοικάρηδες, γι’ αυτά τα κομμάτια των εαυτών μας που στοιχειώνουν τα σπίτια που αφήνουμε για λίγο (ή πολύ) καιρό αφού φύγουμε.
Τα ταυτόχρονα φάσματά μας στο χωροχρόνο.
Κι αυτό ―υποψιάζομαι― είναι κάτι που κανένα android, humanoid, AI robot ή cyborg δεν θα μπορούσε να αφήσει πίσω του. Ίσως μόνο σε στικάκι.
Paraphernalia
§ Όσον αφορά στα δοκίμια της Ursula Le Guin αυτή τη φορά ασχολήθηκα πρώτα με το Space Crone, ένα καινούριο βιβλίο από τις πολύ-πολύ αγαπημένες μου εκδόσεις Silver Press που έχει ανάκατα και δοκίμια και ιστορίες της και μετά ξανά με κάποια από τη συλλογή από το blog της No time to waste.
§ Το How to write an autobiographical novel του Αμερικανο-Κορεάτη Alexander Chee, είναι μια συλλογή από τα πιο φρέσκα αυτοβιογραφικά δοκίμια που έχω διαβάσει τον τελευταίο καιρό. Εδώ ένα δείγμα της ιδιαίτερης γραφής του.
§ Δεν υπάρχουν λόγια να περιγράψω αυτό εδώ το δοκίμιο της Annie Dillard, από τα πιο δυνατά κομμάτια γραφής που έχω ποτέ διαβάσει. Μερικά ακόμα δοκίμιά της εδώ.
§ To Bad Feminist της Αμερικανίδας Roxanne Gay είναι μια από τις πιο απενοχοποιητικές και προσιτές συλλογές φεμινιστικών δοκιμίων από την πλευρά της μαύρης γυναίκας.
§ Άλλο ένα δείγμα εξαιρετικής γυναικείας γραφής η Κινεζικής καταγωγής Yiyun Li που γράφει και διδάσκει στις ΗΠΑ εκτός από τις βραβευμένες νουβέλες της έχει γράψει υπέροχα δοκίμια. Εδώ και μια συνέντευξή της.
§ Όταν αναλαμβάνω μία μεγάλη και σημαντική μετάφραση ―όπως τυχαίνει στην παρούσα φάση― πάντα ανατρέχω στην Lydia Davis που εκτός από καταπληκτική συγγραφέας και δοκιμιογράφος είναι έμπειρη μεταφράστρια κι έχει γράψει εκτενώς για τη διαδικασία της μετάφρασης. Στον δεύτερο τόμο δοκιμίων της, ας πούμε, έχει ένα δοκίμιο πάνω στις απολαύσεις της μετάφρασης όπου ανάμεσα σε άλλα κάνει μια παρατήρηση που μου αρέσει πολύ. Λέει ότι ως μεταφράστρια κρατάς μεν την πρόκληση και τη χαρά του παιχνιδιού με τις λέξεις αλλά δεν έχεις αυτό το βαρύ άγχος της κρίσης των δικών σου ιδεών και της δικής σου γραφής, κι αυτό από μόνο του είναι μια απόλαυση:
Όταν μεταφράζεις, γράφει η Davis, φτιάχνεις φράσεις και προτάσεις που τις περισσότερες φορές και ως ένα σημείο σε ευχαριστούν. Έχεις την απόλαυση να δουλεύεις με τον ήχο, το ρυθμό, την εικόνα, τη ρητορική, το σχήμα της παραγράφου, τον τόνο, τη φωνή. Και ―μια σημαντική διαφορά― έχεις αυτή την απόλαυση της γραφής μέσα στο νησί του δοσμένου κειμένου, μέσα στη διακριτή του περίμετρο. Δεν ταλανίζεσαι απ’ αυτό το άβολο άγχος, το άγχος της επινόησης, την δέσμευση να επινοήσεις ένα κείμενο εσύ η ίδια, ένα κείμενο που μπορεί να είναι πετυχημένο αλλά ίσως και όχι, και του οποίου η επιτυχία ή η αποτυχία είναι απρόβλεπτες.
§ Στο Artful η Ali Smith ανάμεσα σε άλλα ωραία κάποια ανύποπτη στιγμή συνειδητοποιώ ότι μιλάει για τις ταινίες της Βουγιουκλάκη (κάτι βέβαια που θα έπρεπε να περιμένω αφού την έχει και στο εξώφυλλο του βιβλίου).
§ Τα πώς και τα γιατί του διαχωρισμού σώματος και πνεύματος στις αρχές της νεωτερικότητας τα αναλύσει εξαιρετικά η Silvia Federicci στο βιβλίο της Ο Κάλιμπαν και η μάγισσα που συζητάμε με τη Μαρίνα Λαγού στο τελευταίο επεισόδιο του podcast οι εντιμότατες φίλες μας.
§ Για τη ζωή και το έργο της Alice Neel έκανα μια ομιλία πριν λίγες μέρες στην Καλών Τεχνών του ΑΠΘ με αφορμή την μεγάλη αναδρομική της στην Barbican ―θα ανεβάσω σύντομα το κείμενο με φωτογραφικό υλικό από την έκθεση.
§ Για την σπουδαία Lois Mailou Jones τι να πρωτοπεί κανείς, εδώ μια συνέντευξή της όπου διηγείται την συναρπαστική της ζωή και καριέρα και την αναγνώριση της δουλειάς της τόσο αργά.
§ Άλλη μια σημαντική μαύρη καλλιτέχνης που αναγνωρίστηκε αργά στη ζωή της αν και ζωγράφιζε από παιδί και υπήρξε εμβληματική φιγούρα του Harlem Rennaisance, η Gwendolyne Right, εδώ ένα podcast για αυτήν και τον επίσης καλλιτέχνη άντρα της Jacob Lawrence, από μια αγαπημένη μου podcaster.
§ Για τη Zanele Muholi και την καταπληκτική κοινότητα queer καλλιτεχνών που έχει φτιάξει στη Νότια Αφρική έχω γράψει παλιότερα εδώ.